Γράφουν οι...

Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

ΕΡΩΣ ... !


Λένε ότι ο έρωτας είναι ένας πόλεμος όπου όλα επιτρέπονται, κι όμως στον πόλεμο αυτό  είμαστε όλοι άμαχοι..άοπλοι, γυμνοί, ευάλωτοι και εύθραυστοι.
Δούλοι των αισθήσεων και της καρδιάς, χωρίς λογική  έτοιμοι να γκρεμοτσακιστούμε και να πετάξουμε ταυτόχρονα.

Όποιος δεν φοβάται τον έρωτα μάλλον δεν τον έχει νιώσει.

Το καταλαβαίνεις από την πρώτη στιγμή που θα τον συναντήσεις, έχοντας όλες τις προϋποθέσεις γίνεται το αντικείμενο του πόθου σου και τότε χωρίς αναστολές, χωρίς καμία λογική και καμία δεύτερη σκέψη, σε έναν άγνωστο άνθρωπο δείχνεις τα απόκρυφά σου, δίνεις ένα κομμάτι από την ψυχή σου χωρίς να σκεφτείς το αύριο, γιατί γνωρίζεις από πριν πως αν το σκεφτείς πιο προσεκτικά..δεν θα υπάρχει αύριο.

Τα σωθικά σου να έχουν πάρει φωτιά, να σε έχει κατακλείσει ο φόβος, να παραλύει όλο σου το ‘είναι’ στο άγγιγμά του, η όσφρηση και  η γεύση του σώματος του σαν βόμβα που εκρήγνυται μέσα σου και να μην μπορείς να φωνάξεις, να τρέξεις να σωθείς γιατί ξέρεις από πριν ότι ο πόνος που νιώθεις στο τέλος δεν συγκρίνεται με κανέναν εξωτερικό, επιφανειακό πόνο.

Υποτάσσεσαι στο βλέμμα του, κάπου διάβασα…μια υποταγή ‘’δανεική’’ επειδή εσύ του το επιτρέπεις..αλλά η αλήθεια είναι ότι ναι είναι δανεική αλλά δεν το επέλεξες 100% εσύ, εύχεσαι από μέσα σου να μπορούσες να το ελέγξεις, να μην στέκεσαι σαν μια μαριονέτα μπροστά του περιμένοντας να σε κουνήσει με τα χέρια του..



Στέκεσαι γυμνή μπροστά του και του τα έχεις δώσει όλα, η πόρτα της ψυχής σου ανοιχτή και το κλειδί να το κρατάει εκείνος στα χέρια του τόσο σφιχτά. Τα μάτια του να βλέπουν τα γυμνά σου στήθη, τα πόδια σου, την πλάτη σου αλλά τα απόκρυφα που του δίνεις τόσο απλόχερα να μην τα βλέπει και τότε είναι που σε πληγώνει άθελα του, να κρατάει το κλειδί και να μην το γνωρίζει, η πόρτα να μην κλείνει και να σακατεύεται η καρδιά και η ψυχή σου όλο και περισσότερο.

Και τότε σε ακουμπάει, το υπέροχο του χέρι πάνω στο κορμί σου, άλλοτε απαλά και άλλοτε άγρια, να νιώθεις τον παλμό της καρδιάς του μόνο με το άγγιγμά του, η παλάμη του είναι πάνω στο στήθος σου και εσύ από μέσα σου θέλεις να ουρλιάξεις, να σηκωθείς να φύγεις γιατί ξέρεις ότι αργά ή γρήγορα θα πεθάνεις, γιατί θα σε σκοτώσει εκείνος εξ αμελείας του. Αλλά δεν κάνεις τίποτα, χάνεις την φωνή σου, την γη κάτω από τα πόδια σου και τότε είναι που αποφασίζεις την συναίνεση σου σε αυτόν τον φόνο, τον δικό σου φόνο.





 Ένας γλυκός θάνατος, από έναν άγνωστο που του έχεις δώσει πολλά περισσότερα από ότι έχεις δώσει σε τόσους γνωστούς.







Και έχοντας αυτό το πάθος τελειώσει… κηδεύεις κάτι που από πριν το γνώριζες ότι θα πεθάνει.. και περνάει ο καιρός, το αίσθημα μέσα σου εξατμίζεται σιγά σιγά… οι αναμνήσεις θολώνουν , μεχρι την στιγμή που θα αλλάξει πρόσωπο...και πάλι από την αρχή!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου